Monday, March 20, 2017

Hands of Destiny



Ιανουάριος 1986, δεν θα υπήρχε καλύτερος τρόπος να ξεκινήσει μια χρονιά, από την κυκλοφορία ενός τεράστιου δίσκου που επαναπροσδιόρισε σε μεγάλο βαθμό τον αμερικανικό σκληρό ήχο, έθεσε τα θεμέλια για την εισαγωγή νέων στοιχείων στην αγαπημένη μας μουσική για τις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν και παράλληλα καθόρισε δυσθεώρητα και απρόσιτα για πολλούς δημιουργικά ύψη. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός, πως το συγκεκριμένο άλμπουμ αποτέλεσε την πρώτη κυκλοφορία ανεξάρτητης εταιρείας σε μορφή cd στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Αντικρίζοντας για πρώτη φορά το επιβλητικό ασπρόμαυρο εξώφυλλο με τις κόκκινες γοτθικές γραμματοσειρές, και την αλλόκοτη, α λα H.R. Giger δημιουργία, του Γάλλου καλλιτέχνη Εric Larnoy (R.I.P.), ο οποίος υπήρξε και ο βασικός σχεδιαστής της εν λόγω ανεξάρτητης γαλλικής εταιρείας (Black Dragon Records), νιώθεις να σε μαγνητίζει το βλέμμα αυτής της απροσδιόριστης, γκροτέσκ, δικέφαλης σιαμαίας φιγούρας, που φαίνεται σα να έχει καμπυλώσει τον χωροχρόνο, καταφέρνοντας να σμίξει το παρελθόν με το μέλλον σε κάποιο σημείο μιας διάστασης άγνωστης στα ανθρώπινα γνωσιακα όρια .
Το ίδιο άγνωστη και πρωτόγνωρη θα πρέπει να ακούγονταν τότε και η μουσική των Ηeir Apparent στα αυτιά του μέσου ακροατή. Το τραγούδι που θα μας ταξιδέψει σήμερα είναι το πρώτο κομμάτι της δεύτερης πλευράς του δίσκου, σε μια εποχή που η τοποθέτηση των κομματιών στη σειρά του άλμπουμ καθοριζόταν και από την ποιότητα των τραγουδιών, καθώς το πρώτο κομμάτι κάθε πλευράς του δίσκου ήταν αυτό που διάλεγαν συνήθως οι -πραγματικοί- dj της εποχής για λόγους ευκολίας.
To "Hands of Destiny" ανοίγει λοιπόν την δεύτερη πλευρά του δίσκου και πραγματικά ξεχύνεται σαν ωκεανός, σαν φουρτουνιασμένη θάλασσα και εσύ νιώθεις αμέσως να παλεύεις με τα κύματα για να επιβιώσεις από τον κατακλυσμό των πρωτόγνωρων συναισθημάτων που σε πνίγουν σε κάθε νότα που βγαίνει από τα αυλάκια του βινυλίου. Το βιρτουόζικο παίξιμο της Κιθάρας του Terry Gorle και τα θεατρικά φωνητικά του Paul Davidson, σε μεταφέρουν με μιας εν μέσω της αφηγούμενης τρικυμίας.
Το τραγούδι στιχουργικά πραγματεύεται την αδυναμία του ανθρώπου να ελέγξει τη δύναμη της φύσης και συνεπώς να καθορίσει ο ίδιος την τύχη και το μέλλον του. Oι εικόνες που χρησιμοποιεί για να εκφράσει τους προβληματισμούς του ο Cory Rivers, συνθέτης και στιχουργός του εν λόγω κομματιού και άλλων τραγουδιών στο συγκεκριμένο δίσκο, ο οποίος όμως δεν ανήκει στην βασική σύνθεση του γκρουπ, αλλά μνημονεύεται στα "musical thanks" του δίσκου, είναι αυτές που συνοδεύουν συνήθως τις εκρήξεις ηφαιστείων με τη θάλασσα από λάβα να αποτεφρώνει ολόκληρες πόλεις και τους μεγάλους σεισμούς με τα τεράστια παλιρροϊκά κύματα να καταπίνουν άλλες.
Πόσο μικρός και αδύναμος φαντάζει ο άνθρωπος μπροστά σε αυτά τα τόσο μεγάλα φυσικά φαινόμενα και πόσο ανήμπορος αποδεικνύεται στο να ελέγξει το αόρατο "χέρι της μοίρας"; Όσο μικρός και ανήμπορος φαίνεται να είναι και ο αποσβολωμένος ακροατής μπροστά σε αυτό που εκτυλίσσεται στα αυτιά και στο μυαλό του. Το έξοχο rhythm section με το ίσως και επιτηδευμενα ελαφρώς ξεκούρδιστο μπάσο του Derek Peace και το βαθύ και οξύ ήχο των τυμπάνων του Raymond BLACK, είναι αυτό που καθορίζει το σκηνικό του τρόμου από τα ακραία αυτά φυσικά φαινόμενα, ενώ η συνεχής "παρέμβαση" από τεχνικά εναλλασσόμενα κιθαριστικά ακόρντα και ριφς και η διαρκής προσπάθεια του τραγουδιστή να ξεπεράσει τον εαυτό του και τα όρια του, μας φέρνει στο νου τις συνεχόμενες "τεχνικές" παρεμβάσεις του ανθρώπου στη φύση και την αιώνια επιθυμία του να υπερκεράσει τα όποια όρια και τους εγγενείς περιορισμούς του και να γίνει για λίγο αυτός ο μοναδικός "Θεός"...
Yet in our abundant wisdom
Man can't tame the sky, the mountains, or the sea
Held beyond our understanding, helpless to deny
The Hands of Destiny

20/06/2016
Ιωάννης Κατής

No comments:

Post a Comment